κατοπτροφοβία

κατοπτροφοβία
η
παθολογικός φόβος τού κατόπτρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάτοπτρον + -φοβία (< φοβία), πρβλ. αγορα-φοβία, θανατο-φοβία].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”